αλαλούμ

αλαλούμ
το (άκλιτο)
1. είδος αυτοσχέδιας τελετής, συχνής στα παλαιότερα θεατρικά χρονικά, σπανιότερης σήμερα, με την οποία ένας θίασος υποδεχόταν έναν πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό
2. μτφ. χάος, ανοργανωσιά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Nitsa Tsaganea — Νίτσα Τσαγανέα Born 1899 Athens, Greece Died April 30, 2002 (age 103) …   Wikipedia

  • Смарагдис, Яннис — Яннис Смарагдис греч. Γιάννης Σμαραγδής Род деятельности: кинорежиссер Дата рождения …   Википедия

  • Κακουλίδης, Γιάννης — (Πειραιάς 1946 –). Δημοσιογράφος, συγγραφέας, στιχουργός και σεναριογράφος. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και νομικά στο πανεπιστήμιο του Παρισιού, Paris I. Στα γράμματα πρωτοεμφανίστηκε με την εκτός εμπορίου έκδοση της… …   Dictionary of Greek

  • Κλυν, Χάρυ — (Καλαμαριά 1940 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του ηθοποιού, σκηνοθέτη και συγγραφέα Βασίλη Τριανταφυλλίδη. Ο Κ., ποντιακής καταγωγής, ανακαλύφθηκε από τον Γιώργο Οικονομίδη. Ενστικτώδης, πολυτάλαντος και εύστροφος, ήταν ο πρώτος που προσδιόρισε,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”